Δευτέρα 26 Φεβρουαρίου 2018

Ο Θεμιστοκλής Γερμένης και η Γαλλική Δημοκρατία της Κορυτσάς



Ο Θεμιστοκλής Γερμένης γεννήθηκε στην Κορυτσά το 1871. Το επώνυμό του δήλωνε την καταγωγή του, από το χωριό Γερμένη, ψηλά σε αυχένα της οροσειράς της Πίνδου. Στο γεωγραφικό όριο ανάμεσα στην Ήπειρο και την Μακεδονία, κοντά στον δρόμο που συνδέει το Λιασκοβίκι με την Μπορόβα.
Ο παππούς του Θεμιστοκλή, Δημήτριος είχε αφήσει το χωριό και είχε εγκατασταθεί στην Κορυτσά το 1860. Ο πατέρας του Αθανάσιος είχε ξενιτευτεί σε αναζήτηση καλλίτερης τύχης, αφήνοντας την γυναίκα του Κατερίνα μόνη στην Κορυτσά να προσπαθεί να μεγαλώσει πέντε παιδιά. Τον Θεμιστοκλή, τον Σπύρο, τον Τηλέμαχο, την Αλεξάνδρα και την Ευτέρπη. Ήταν μία καθαρά ελληνική οικογένεια όπου όλοι μιλούσαν τα ελληνικά το ίδιο καλά με τα βλάχικα.
Ο νεαρός Θεμιστοκλής όταν τελείωσε το σχολείο αποφάσισε στα 21 του να αναζητήσει καλλίτερη τύχη στο Βουκουρέστι. Πολλοί βλαχόφωνοι έφευγαν για την Ρουμανία και οι περισσότεροι σχημάτιζαν σημαντικές περιουσίες. Μερικοί αποκτούσαν τεράστιες περιουσίες. Οι σημαντικότεροι ευεργέτες της Ελλάδας, Ζάππας, Σίνας, Αρσάκης κ.ά. ήσαν βλαχόφωνοι και μεγάλοι Έλληνες ευπατρίδεις που ευεργέτησαν αυτό που θεωρούσαν πατρίδα τους (ήσαν γεννημένοι Οθωμανοί υπήκοοι), διαθέτοντας τεράστια ποσά για κοινωφελή έργα. Η βλαχοφωνία τους βοηθούσε πολύ στην αποδοχή τους και στην εξέλιξη τους στην Μολδοβλαχία η οποία μετονομάστηκε σε Ρουμανία το 1866.
Το Βουκουρέστι εκείνη την εποχή ήταν μεταξύ των άλλων κέντρο διαφόρων ομάδων που αναζητούσαν προοπτικές εθνικής δικαίωσης ή επέκτασης των χωρών ή περιοχών των μετά την κατάλυση της οθωμανικής κυριαρχίας που έβλεπαν να έρχεται. Εκεί τον πλησιάζουν και μαθαίνει την ύπαρξη της αλβανικής εθνικής ιδέας. Με τα χρήματα που έχει κερδίσει στο Βουκουρέστι γυρίζει στην Κορυτσά όπου οι Βούλγαροι κομιτατζήδες τρομοκρατούν  προσπαθώντας να προσεταιριστούν τον κόσμο ως οπαδούς της βουλγαρικής εξαρχίας και εθνικής ιδέας. Με ένα από τα αδέλφια του αποφασίζουν να επενδύσουν τα κέρδη από το Βουκουρέστι σε ένα ξενοδοχείο στο Μοναστήρι που το ονομάζουν Liria (αλβανικά: ελευθερία) το οποίο γίνεται κέντρο των υπέρμαχων της αλβανικής εθνικής ιδέας. Στο ξενοδοχείο αυτό έλαβε χώρα το συνέδριο του Μοναστηρίου όπου συνεδρίασαν Αλβανοί εθνικιστές και διαφωτιστές και έλαβαν αποφάσεις για το αλβανικό αλφάβητο και την αλβανική εκπαίδευση.
Από όλα αυτά φαίνεται πως πλέον ο νεαρός Θεμιστοκλής Γερμένης είναι συνειδησιακά πλήρως αλβανοποιημένος. Όμως η ελληνομάθεια του, του επιτρέπει να ξεγελάει για τις προθέσεις του, τις οποίες δεν τις ξέρουμε ακριβώς. Πλανιέται το ερώτημα αν μεταβλήθηκε σε αλβανό εθνικιστή ή οι μεγάλες φιλοδοξίες του αναζητούσαν εξουσία ασχέτως έθνους.
Ταξιδεύει. Στην Σόφια αναζητάει συνεργασία με το βουλγαρικό κομιτάτο. Φθάνει στην Αθήνα όπου ζητάει στήριξη. Κηρύσσεται όμως ανεπιθύμητος όταν διαφωνεί με την ελληνική θέση πως νότια από την Αυλώνα δεν υπάρχει χώρος για αλβανικό εθνικισμό. Στην συνέχεια τον βρίσκουμε να τριγυρνάει ανάμεσα στους Αγίους Σαράντα και το Αργυρόκαστρο όπου προσπαθεί να οικειοποιηθεί πολεμικό υλικό των Τούρκων. Συλλαμβάνεται και φυλακίζεται στα Ιωάννινα.
Άγνωστο πως εγκαταλείπει την φυλακή του και επιστρέφει στην Κορυτσά όπου δημιουργεί ένοπλο σώμα ατάκτων.
Η Κορυτσά έχει απελευθερωθεί από τον ελληνικό στρατό από τις 6 Δεκεμβρίου 1912, όμως οι Ευρωπαϊκές Δυνάμεις με το πρωτόκολλο της Φλωρεντίας δημιουργούν τα αλβανικό κράτος και χαράσσουν τα σύνορά του επί χάρτου. Καλούν την Ελλάδα να αποσύρει τις δυνάμεις της από το τμήμα αυτό που πλέον θα ονομαστεί Βόρειος Ήπειρος και το οποίο σκοπεύουν να αποδώσουν στην Αλβανία. Πιέζουν και εκβιάζουν την κυβέρνηση Βενιζέλου πως διαφορετικά τα νησιά του Αιγαίου θα επιστραφούν στην Τουρκία. Έτσι διατάσσεται η απόσυρση του Ελληνικού Στρατού.
Οι Βορειοηπειρώτες όμως αντιδρούν και εξεγείρονται. 

Στις 17 Φεβρουαρίου στο Αργυρόκαστρο κηρύσσεται η Αυτόνομη Πολιτεία της Βορείου Ηπείρου με πρωθυπουργό τον Γεώργιο Χρηστάκη Ζωγράφο.
Στην Κορυτσά παρά τις εκκλήσεις των κατοίκων να μην δοθεί στους Αλβανούς η διοίκηση της πόλης, ο συνταγματάρχης Κοντούλης παραδίδει την πόλη στις αλβανικές αρχές και αποχωρεί με τον ελληνικό στρατό.
Οι Αλβανοί δεν σεβάστηκαν τις εγγυήσεις που είχαν δώσει στον Κοντούλη. Μόλις φύγανε οι ελληνικές δυνάμεις πογκρόμ ξεκίνησε κατά του ελληνικού στοιχείου. Πρωτοστατεί ο Θεμιστοκλής Γερμένης που ορίστηκε αρχηγός της αστυνομίας. Ολοκληρώνει τώρα απόλυτα την προδοσία του απέναντι στην φυσική του πατρίδα. Δολοφονίες, βιασμοί, λεηλασίες, τρόμος. Ξυλοκοπούνται στους δρόμους οι Έλληνες μαθητές και όσοι μιλούν ελληνικά. Αφαιρείται ότι είναι γραμμένο στα ελληνικά από παντού, ακόμα και από τους τάφους.
Οι Κορυτσαίοι δεν αντέχουν την κατάσταση αυτή, οργανώνονται, δημιουργούν ιερό λόχο από 7000 νέους και στις 19 Μαρτίου εξεγείρονται καταλαμβάνουν καίρια σημεία και απωθούν τις αλβανικές δυνάμεις. Πανικόβλητος ο Θεμιστοκλής Γερμένης εγκαταλείπει την πόλη.
Όμως μεγάλες δυνάμεις από λιποτάκτες του τουρκικού στρατού, άτακτες συμμορίες Γκέκηδων και Τόσκηδων επιτίθενται. Μετά από 4 ημέρες, στις 23 Μαρτίου τελειώνουν τα πολεμοφόδια των αμυνομένων. Τότε οι αλβανικές δυνάμεις πλημμυρίζουν την πόλη. Το τι επακολούθησε ήταν φοβερό. Εκτελέσεις, βιασμοί, συλλήψεις, λεηλασίες, εμπρησμοί. Οι περισσότεροι νέοι εγκαταλείπουν την πόλη.
Η ελληνική αντεπίθεση ξεκινάει στις 23 Απριλίου. Φθάνει ο μακεδονομάχος αντισυνταγματάρχης Γεώργιος Τσόντος Βάρδας και ο οπλαρχηγός Παύλος Γύπαρης με σώματα Κρητών. Φθάνουν και τμήματα του αυτονομιακού στρατού και εθελοντές από όλη την Ελλάδα και ιδιαίτερα από την Μάνη και την Κρήτη. Κοντά στην ελληνική μεθόριο δίνεται η μάχη της Νικολίτσας (23-24 Απριλίου). Σκληρή και καθοριστική μάχη. Τελικά σπάνε οι αλβανικές γραμμές που έχουν επικεφαλής Ολλανδούς αξιωματικούς. Δίδονται και άλλες μάχες. 

Τελικά στις 23 Ιουνίου 1914 η Κορυτσά απελευθερώνεται και πάλι και ο Γεώργιος Τσόντος – Βάρδας αναλαμβάνει την διοίκηση της Κορυτσάς και ο Παύλος Γύπαρης την διοίκηση της Μοσχόπολης. Ο Θεμιστοκλής Γερμένης προλαβαίνει να διαφύγει και βρίσκει καταφύγιο στην Σόφια.
Τον Οκτώβριο του 1914 οι μεγάλες δυνάμεις καλούν την Ελλάδα να καταλάβει και πάλι την Βόρειο Ήπειρο. Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος που έχει ήδη αρχίσει, τους αναγκάζει να αναθεωρήσουν την στάση τους. Στο μακεδονικό μέτωπο οι αυστροουγγρικές δυνάμεις προχωρούν. Οι αγγλογάλλοι θέλουν τάξη στην περιοχή ώστε να πραγματοποιείται ο ανεφοδιασμός από τα λιμάνια της Αδριατικής. Εξ άλλου θέλουν να προσεταιριστούν και την Ελλάδα στον πόλεμο. Στα τέλη Οκτωβρίου ο ελληνικός στρατός επανέρχεται. Η Αυτόνομη Πολιτεία παραδίδει την εξουσία στο Βασίλειο της Ελλάδας. Όλοι πιστεύουν πλέον πως οι περιπέτειες του ΒΗπειρωτικού ελληνισμού έχουν τελειώσει. Στις 6 Δεκεμβρίου 1915 οι πρώτοι Βορειοηπειρώτες βουλευτές εισέρχονται στην βουλή των Ελλήνων. Τον Μάρτιο του 1916 υπογράφεται το βασιλικό διάταγμα της ενσωμάτωσης της Βορείου Ηπείρου με την μητέρα πατρίδα. Δημιουργούνται δυο νομοί: Αργυροκάστρου και Κορυτσάς. Όλες οι ελληνικές αρχές και τα θεσμικά όργανα αναλαμβάνουν καθήκοντα στους νέους νομούς. Από το Ιόνιο ως το συνοριακό φυλάκιο στον αυχένα Λογαρά, στα Ακροκεραύνια όρη, στα βόρεια της Χιμάρας. Από εκεί ως τον συνοριακό φυλάκιο στην γέφυρα του ποταμού Μαλίκ, στα βόρεια της Κορυτσάς και από εκεί ως τις Πρέσπες. Αυτά είναι πλέον τα σύνορα της Ελλάδας με την Αλβανία. Τα σύνορα αυτά έχουν ήδη από τις 28 Ιουνίου 1914 συμφωνηθεί ανάμεσα στις δυο πλευρές στην γέφυρα Μαλίκ (στα πλαίσια της εφαρμογής του Πρωτόκολλου της Κερκύρας).
Όμως τότε έρχεται στην Ελλάδα ο διχασμός και η διάλυση. Στην Αθήνα, η κυβέρνηση του βασιλέα Κωνσταντίνου επιμένει στην ουδετερότητα. Στην Θεσσαλονίκη ο Βενιζέλος με την κυβέρνηση της Εθνικής Αμύνης επιθυμεί την προσχώρηση της Ελλάδας στην Αντάντ. Ουσιαστικά η ελληνική κυριαρχία στην βόρεια Ελλάδα και σε πολλές άλλες περιοχές έχει πάψει. Οι συμμαχικές δυνάμεις πλέον διοικούν. Στα βόρεια της Θεσσαλονίκης, στην Οχρίδα, στην ανατολική Μακεδονία, οι αυστροουγγρικές και οι βουλγαρικές δυνάμεις προχωρούν. Οι Αγγλογάλλοι φέρνουν ότι δυνάμεις μπορούν. Από Σενεγαλέζους μέχρι Καναδούς. Από αποικίες από κάθε γωνιά της υφηλίου φθάνουν καράβια και αποβιβάζουν στρατιώτες κάθε φυλής και χρώματος προκειμένου να συγκρατήσουν την προέλαση των κεντρικών δυνάμεων.
Τον Ιούνιο του 1916 φθάνουν οι Γάλλοι στην Κορυτσά με αφρικανικές δυνάμεις υπό τον συνταγματάρχη Ντε Φορτού, τον οποίον αργότερα θα αντικαταστήσει ο συνταγματάρχης Ντεκουάν.
Οι ελληνικές αρχές της Κορυτσάς παραμένουν πιστές στην βασιλική κυβέρνηση των Αθηνών. Βενιζελικές δυνάμεις φθάνουν από την Θεσσαλονίκη και μετά από συγκρούσεις με τους βασιλικούς επικρατούν και η περιοχή της Κορυτσάς πλέον υπακούει στην Εθνική Άμυνα της Θεσσαλονίκης. Όμως η διοίκηση είναι πλέον ξεχαρβαλωμένη. Οι Γάλλοι έχουν πάρει τις αποφάσεις τους. Τον Οκτώβριο του 1916 αναλαμβάνουν την διοίκηση της Κορυτσάς. Φθάνουν και στην Μοσχόπολη όπου ο Παύλος Γύπαρης με τους Κρητικούς του προστατεύουν την πόλη. Οι Γάλλοι τον ευχαριστούν, του δηλώνουν πως την διοίκηση την αναλαμβάνουν αυτοί και πως ο Γύπαρης και οι σύντροφοί του θα μεταφερθούν μετά από πρόταση του Βενιζέλου αλλού όπου είναι πιο χρήσιμοι.
Το βράδυ 16 προς 17 Οκτωβρίου ο Αλβανός οπλαρχηγός Σαλί Μπούτκα εφορμά εναντίον της ανυπεράσπιστης Μοσχόπολης και την καταστρέφει. Σκοτώνει, λεηλατεί, καίει ότι βρίσκει. Κάποιοι κάτοικοι σώζονται βρίσκοντας καταφύγιο σε γειτονικά χωριά και στην Κορυτσά. Από την κατεστραμμένη Μοσχόπολη ο Μπούτκα διαμηνύει στους Γάλλους, στην Κορυτσά πως αν δεν υψωθεί στην πόλη η αλβανική σημαία θα έχουν την τύχη της Μοσχόπολης.
Στις 24 Νοεμβρίου ο … Θεμιστοκλής Γερμένης εμφανίζεται στην Κορυτσά προερχόμενος από το Πόγραδετς το οποίο έχει μόλις καταληφθεί από Αυστριακούς και Βούλγαρους. Οι Γάλλοι αρχίζουν συνομιλίες μαζί του. Τους πείθει πως αυτός είναι η λύση σε κάθε πρόβλημά τους.
Στις 10 Δεκεμβρίου του 1916 οι Γάλλοι δημιουργούν την Γαλλική Δημοκρατία της Κορυτσάς, όπως την αποκαλούν. Με επίσημη γλώσσα την αλβανική. Με σημαία τον δικέφαλο αετό που συνυπάρχει με τα χρώματα της γαλλικής σημαίας και με νόμισμα το φράγκο, με διδασκαλία των αλβανικών και των γαλλικών στα σχολεία και απαγόρευση των τουρκικών και των ελληνικών. Τα όρια της «δημοκρατίας» είναι οι περιοχές Κορυτσάς, Μπιγλίστας, Πόγραδετς, Ερσέκας (Κολωνίας), Όπαρι και Γκόρα. Την πολιτική διοίκηση αναλαμβάνει συμβούλιο 14 προεστών, 7 χριστιανών και 7 μουσουλμάνων με επικεφαλής τον Θεμιστοκλή Γερμένη, ο οποίος αναλαμβάνει και την διοίκηση της αστυνομίας. Γάλλος αξιωματικός αναλαμβάνει καθήκοντα συνδέσμου ανάμεσα στην πολιτική διοίκηση και στον γαλλικό στρατό.
Στις 10 Δεκεμβρίου στις 9πμ στο σχολείο του Αγίου Γεωργίου ο Γερμένης βγάζει λόγο προς το συγκεντρωμένο πλήθος στην συνέχεια επί κεφαλής επιτροπής κατευθύνονται προς την νομαρχία όπου υπογράφεται ένα πρωτόκολλο ίδρυσης της νέας κρατικής οντότητας η οποία για τους Αλβανούς θα αναφέρεται ως Shqiperie Korce Vetqeveritare. 

Δημιουργούνται σώματα αστυνομίας και χωροφυλακής και εκδίδονται γραμματόσημα.
Ο Γερμένης συγκροτεί μία ταξιαρχία από τον πληθυσμό της περιοχής, τίθεται επί κεφαλής της και μαζί με γαλλικές δυνάμεις επιτίθεται στις αυστροουγγρικές και τις βουλγαρικές δυνάμεις που έχουν καταλάβει το Πόγραδετς. Τους απωθούν και ανακαταλαμβάνουν την πόλη. Ενθουσιασμένοι οι Γάλλοι απονέμουν τον πολεμικό σταυρό στον Γερμένη.
Λιγότερο από ένα χρόνο κράτησε η νέα εξουσία του Γερμένη στην Κορυτσά. Ένας χρόνος διωγμού του ελληνισμού, διωγμού σε κάθε τι το ελληνικό.

Οι κεντρικές δυνάμεις αντεπιτίθενται και καταλαμβάνουν πάλι το Πόγραδετς, 45 χιλιόμετρα βόρεια από την Κορυτσά. Οι δυνάμεις τους είναι ισχυρές και η κατάληψη της Κορυτσάς δείχνει πολύ πιθανή. Ο Γερμένης έρχεται σε μυστικές συνομιλίες με τους Αυστριακούς και τους Βουλγάρους. Υπόσχεται να τους βοηθήσει, αρκεί να κρατήσει και με αυτούς την εξουσία του στην Κορυτσά. Οι κινήσεις του γίνονται αντιληπτές από τους Γάλλους. Συλλαμβάνεται, οδηγείται στην Θεσσαλονίκη, δικάζεται εκεί από γαλλικό στρατοδικείο. Καταδικάζεται σε θάνατο και εκτελείται στις 7 Νοεμβρίου 1917.
Μετά από το γεγονός  αυτό η εξουσία της «Δημοκρατίας της Κορυτσάς» αρχίζει να ατονεί και αργότερα παύει ουσιαστικά να υπάρχει μέχρι την τυπική κατάργησή της στις 20 Μαΐου 1920.
Τον Μαϊο του 1920 οι Γάλλοι καλούν την ελληνική κυβέρνηση για να της παραδώσουν πίσω την περιοχή της Κορυτσάς. Ο μοιραίος αξιωματικός του 1914, ο συνταγματάρχης Κοντούλης διατάσσεται να πορευθεί με το σύνταγμά του προς κατάληψη της Κορυτσάς. Ακριβώς μετά το σημερινό συνοριακό φυλάκιο της Κρυσταλοπηγής και κοντά στο αλβανικό χωριό Καπεστίτσα, ομάδα Αλβανών δημογερόντων σταματάει την πορεία του συντάγματος και «συμβουλεύει» τον Κοντούλη να μην… προχωρήσει γιατί θα χυθεί… πολύ αίμα. Ο Κοντούλης μεταφέρει το συμβάν στο επιτελείο και ζητάει οδηγίες. Ο πρωθυπουργός Βενιζέλος συγκαλεί συμβούλιο με την στρατιωτική ηγεσία η οποία του δηλώνει πως χρειάζονται μεραρχίες για την κατάληψη της Κορυτσάς, οι οποίες όμως πολεμούν στην Μικρά Ασία.
Μερικές εκατοντάδες αυτονομιακοί και Κρητικοί στις 23 Ιουνίου 1914 απελευθέρωναν την Κορυτσά και τώρα κάποιοι έλεγαν ανοησίες. Μία μαύρη σελίδα για τον Ελληνικό Στρατό, για την ελληνική διπλωματία, για τον Βενιζέλο, για την Ελλάδα. Με εντολή της κυβέρνηση, στις 15 Μαΐου υπογράφεται το Πρωτόκολλο της Καπεστίτσας όπου η Ελλάδα συμφωνεί με την απόδοση «προσωρινά» της περιοχής της Κορυτσάς στην Αλβανία μέχρι την τελική ρύθμιση του θέματος. Η δε Αλβανία υπόσχεται πως θα σεβαστεί τον ελληνισμό της περιοχής και αναγνωρίζει τα εθνικά δίκαια της Ελλάδας στην περιοχή, αναμένει δε την ρύθμιση του θέματος από την διάσκεψη της ειρήνης.


Από τότε καμία ελληνική κυβέρνηση δεν επικαλέσθηκε το πρωτόκολλο αυτό, η δε Αλβανία ποτέ δεν σεβάστηκε ότι υπέγραψε.
Ο Θεμιστοκλής Γερμένης θεωρείται εθνικός ήρωας της Αλβανίας, το έτος 1987 τον τίμησε με την έκδοση ενός γραμματοσήμου.

Δημήτρης Περδίκης          

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου